«Φοροελαφρύνσεις θα ανακοινωθούν στη ΔΕΘ»
«Εμείς δεν φιλοδοξούμε να παραστήσουμε ούτε τους δικαστές, ούτε τους εισαγγελείς», απαντά ο Κώστας Καραγκούνης σχετικά με την παραπομπή του Κώστα Καραμανλή στο Δικαστικό Συμβούλιο. Παράλληλα, ο υφυπουργός Εργασίας μιλάει στο «Π» για τον χρόνο απονομής των συντάξεων, την αύξηση του κατώτατου μισθού και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.
Σύσσωμη η ΚΟ της ΝΔ αποφάσισε να παραπέμψει τον πρ. υπουργό Κώστα Καραμανλή για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών. Ως νομικός και όχι ως πολιτικός, πιστεύετε πως η παραπομπή του απαντά στο λαϊκό αίσθημα περί δικαιοσύνης;
Η Νέα Δημοκρατία, όπως έχει αποδείξει μέχρι σήμερα, και στην περίπτωση του Χρήστου Τριαντόπουλου και στην περίπτωση του Κώστα Καραμανλή, κινείται απολύτως θεσμικά και σε καμία περίπτωση δεν στέκεται εμπόδιο στο έργο της Δικαιοσύνης. Αυτό που σίγουρα έχει αποδεδειγμένα πράξει η παράταξή μας είναι ότι διαχρονικά διαχωρίζει την πολιτική από την ποινική ευθύνη και για αυτόν τον λόγο σε άλλες τραγωδίες, όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση, ποτέ δεν ζητούσε ποινική δίωξη για υπουργούς των εκάστοτε κυβερνήσεων («Σάμινα», Μάτι, Μάνδρα), ενώ υπήρχαν ήδη διαβιβαστικές δικογραφίες στη Βουλή. Εμείς εμπιστευόμαστε το έργο της Δικαιοσύνης, σεβόμαστε τις όποιες κρίσεις ή αποφάσεις λαμβάνει και δεν φιλοδοξούμε να παραστήσουμε ούτε τους δικαστές, ούτε τους εισαγγελείς, ούτε τους πραγματογνώμονες, ούτε τους ειδικούς επιστήμονες. Και ας μην ξεχνάμε ότι σε αυτή την πολύ ευαίσθητη υπόθεση, μια πραγματικά εθνική τραγωδία, είναι πρωτοφανές στα χρονικά να έρχεται η ίδια η κυβερνητική πλειοψηφία και να παραπέμπει δύο πρώην υπουργούς στον φυσικό δικαστή. Με αυτή την έννοια δεν προστατέψαμε τον κ. Καραμανλή, τον παραπέμψαμε όπως είπα στον φυσικό δικαστή, ο όποιος και θα αξιολογήσει συνολικά τις όποιες ποινικές ευθύνες υπάρχουν, είτε διευρύνοντάς είτε περιορίζοντας αυτές. Προχωρήσαμε σε μια πράξη ευθύνης που νομίζω είναι μια καθαρή απάντηση στο διαχρονικό αίτημα της κοινωνίας για λογοδοσία και ισονομία. Δηλαδή, να μην υπάρχουν πρόσωπα υπεράνω του νόμου, είτε είναι απλοί πολίτες είτε πρώην υπουργοί.
Η φημολογούμενη επιστροφή Τσίπρα με νέο πολιτικό φορέα αποτελεί «απειλή» για τη ΝΔ;
Ο κ. Τσίπρας, κάθε φορά που τοποθετείται στον δημόσιο διάλογο, θυμίζει στους πολίτες την πενταετία της κοινωνικής φτωχοποίησης και χρεοκοπίας, της επίθεσης στα λαϊκά εισοδήματα και στη μεσαία τάξη και γενικά της στοχοποίησης όποιου προσπαθούσε να βγάλει κέρδος μέσα από τη δουλειά του, για την οικογένειά του και την επιχείρησή του. Παρέμεινε στην ιστορία ως ο πρωθυπουργός των ουρών και των capital controls, της περήφανης διαπραγμάτευσης που μας οδήγησε στο τρίτο επαχθέστερο μνημόνιο και, βέβαια, της περιβόητης Συμφωνίας των Πρεσπών. Με αυτή την έννοια, όχι μόνο δεν αποτελεί απειλή για τη Νέα Δημοκρατία, αλλά μια καλοδεχούμενη «επιστροφή» και επάνοδο απ’ όποιο μετερίζι επιλέξει.
Κατά τη γνώμη σας, ο Αλέξης Τσίπρας θα καταφέρει να συσπειρώσει τις δυνάμεις του προοδευτικού χώρου, ώστε να αποκτήσουν και πάλι κυβερνησιμότητα;
Για τους λόγους που σας ανέφερα προηγουμένως, θεωρώ ότι αυτό που τελικά θα γίνει, αν ο ίδιος θελήσει να επιστρέψει, είναι να πετύχει το ακριβώς αντίθετο. Να αποσυσπειρώσει ακόμη περισσότερο τον προοδευτικό χώρο. Άλλωστε, για τον λόγο αυτόν έφυγε και από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι με την πολιτική που επέλεξε, αφού διέσπασε αρχικώς τον ΣΥΡΙΖΑ με τη φυγή στελεχών και τη δημιουργία κομμάτων, καταβαράθρωσε στη συνέχεια τα ποσοστά της παράταξής του.
Ας περάσουμε στα θέματα του χαρτοφυλακίου σας, που είναι πολλά και σημαντικά. Πόσος είναι κατά μέσο όρο ο χρόνος απονομής των κύριων συντάξεων και πόσες συντάξεις εκκρεμούν;
Τόσο στις εκκρεμείς κύριες συντάξεις, όσο και στις επικουρικές, έχει γίνει μια πολύ συστηματική και συντονισμένη προσπάθεια από το υπουργείο και από τον ΕΦΚΑ και τον διοικητή του, τον Αλέξανδρο τον Βαρβέρη, που πραγματικά έχουν βελτιώσει θεαματικά την κατάσταση. Στις κύριες συντάξεις πρέπει να σας πω ότι έχουμε ιστορικό χαμηλό, διότι οι εκκρεμότητες έχουνε πέσει κάτω από τις 15.000, τη στιγμή που το 2021 ήταν στις 250.000. Προφανώς δεν κάνω σύγκριση με το παρελθόν και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όπου οι εκκρεμότητες είχαν ξεπεράσει το εκατομμύριο. Σε όλο αυτό βέβαια κρατήστε ως πολύ σημαντικό ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του κράτους προς τους πολίτες ήταν πάνω από μισό δισ. ευρώ και σήμερα βρισκόμαστε σε αρνητικό αριθμό. Από εκεί και πέρα, στις επικουρικές ο αριθμός των εκκρεμοτήτων έχει πέσει κάτω από τις 32.000 και εκεί γίνεται μία πολύ σημαντική προσπάθεια, διότι πράγματι παρουσιάζονται μεγάλες καθυστερήσεις στην έκδοσή τους. Αυτό συμβαίνει, διότι με τη δημιουργία του ΕΦΚΑ υπήρξε συνένωση πολλών ταμείων, κάθε κλάδος είχε και ένα ταμείο επικουρικής ασφάλισης, αυτά τα ταμεία άλλα ήταν μηχανογραφημένα, άλλα χειρόγραφα, άλλα με καρτέλες και αντιλαμβάνεστε ότι αντιμετωπίσαμε μια πολύ δύσκολη κατάσταση, διότι μιλάμε για πάνω από 100 ταμεία που συνενώθηκαν. Αυτήν τη στιγμή «τρέχουν» προγράμματα ψηφιοποίησης όλων αυτών των αρχείων, εκατομμυρίων σελίδων, ώστε, με την ολοκλήρωση της ψηφιοποίησης του έγχαρτου αρχείου και του ασφαλιστικού βίου των ασφαλισμένων, να έχουμε ένα νέο ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα όπου θα ενοποιήσει όλες τις διαδικασίες και θα ψηφιοποιηθούν πάνω από 53 εκατομμύρια σελίδες. Φιλοδοξούμε, στα επόμενα δύο χρόνια, να έχουμε ολοκληρώσει πλήρως τα έργα αυτά, οπότε γίνεται κατανοητό ότι μια τέτοια εξέλιξη θα σημάνει και τη σύντομη έκδοση των επικουρικών συντάξεων.
Εξετάζετε το ενδεχόμενο της επαναφοράς του 13ου ή του 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους;
Το έχω πει πολλές φορές στον δημόσιο διάλογο, και αυτό είναι μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Ό,τι υπόσχεται αυτή η κυβέρνηση, το κάνει πράξη και οι παρεμβάσεις μας δεν είναι περιστασιακές, αλλά έχουν μόνιμο χαρακτήρα. Είμαστε σε θέση να τα πραγματοποιούμε όλα αυτά, διότι πάντα συνυπολογίζουμε το δημοσιονομικό κόστος στις όποιες παρεμβάσεις κάνουμε. Σε καμιά περίπτωση δεν θα βάλουμε σε κίνδυνο την ασφαλή πορεία της χώρας και για το θέμα της επιστροφής του 13ου και του 14ου μισθού έχουν τοποθετηθεί ήδη τόσο ο υπουργός Οικονομικών όσο και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, όσον αφορά την εκτίμηση του κόστους ενός τέτοιου μέτρου. Να υπομνήσω επίσης ότι η Ελλάδα, όπως και όλες οι χώρες της Ευρώπης, δεσμεύεται από το Σύμφωνο Σταθερότητας της ΕΕ, το οποίο καθορίζει ετήσια όρια για τις αυξήσεις δαπανών. Αυτό που πρέπει να κρατήσουν οι πολίτες είναι ότι όσο η οικονομία μας μεγεθύνεται, τόσο θα έχουμε τη δυνατότητα για περαιτέρω ενίσχυση των εισοδημάτων τους. Αυτό κάνουμε από το 2019 και το ίδιο θα συνεχίσουμε να κάνουμε μέχρι το 2027. Θα συνεχίσουμε να παρεμβαίνουμε ώστε να ελαφρύνουμε τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, να στηρίζουμε τα νέα ζευγάρια και τους εργαζομένους και θα διαμορφώσουμε και στη συνέχεια και εν όψει της ΔΕΘ ένα συνολικό πλαίσιο πολιτικής, που θα περιλαμβάνει φοροελαφρύνσεις, ενίσχυση της απασχόλησης και επενδύσεις στην παραγωγική βάση της χώρας.
Η αύξηση των μισθών αποτελεί το βασικό στοίχημα της κυβέρνησης. Τι σχεδιάζει το υπουργείο για την περαιτέρω στήριξη των εργαζομένων;
Είναι σημαντικό να γνωρίζουν οι πολίτες ότι οι μισθοί στη χώρα μας από το 2019 έχουν αυξηθεί σημαντικά. Πρώτα απ’ όλα ο κατώτατος μισθός, ο οποίος διαμορφώθηκε από την 1η Απριλίου 2025 στα 880 ευρώ, καθώς και η αντίστοιχη αύξηση του κατώτατου ημερομισθίου, από 37,07 ευρώ, σε 39,30 ευρώ. Η συνολική αύξηση του κατώτατου μισθού από το 2019 ανέρχεται στα 230 ευρώ μηνιαίως, δηλαδή 35,4%. Η Ελλάδα κατατάσσεται πλέον στην 11η θέση μεταξύ των 22 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εφαρμόζουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό. Αλλά και ο μέσος μισθός έχει αντίστοιχη αύξηση, αφού αγγίζει τα 1.342 ευρώ, δηλαδή αύξηση 7,2% σε σχέση με το 2023, που ο μέσος μισθός ήταν 1.251 ευρώ, και αύξηση 28,3% από το 2019, όπου ο μέσος μισθός ήταν 1.046 ευρώ. Επίσης, το 53,7% των εργαζομένων λαμβάνουν μισθό πάνω από 1.000 ευρώ, έναντι 46,3% το 2023 και 36,3% το 2019. Και τέλος επίσης πολύ σημαντικό είναι το γεγονός ότι τρεις στους τέσσερις εργαζομένους είναι πλέον πλήρους απασχόλησης και σε αυτούς τους εργαζομένους ο μισθός ξεπερνά τα 1.450 ευρώ. Η προσπάθειά μας θα συνεχισθεί και το επόμενο διάστημα, με στόχο την περαιτέρω αύξηση τόσο του κατώτατου, όσο και του μέσου μισθού μέχρι το 2027.
Αρκεί αυτό για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια οι πολίτες;
Προφανώς, η κατάσταση δεν είναι εύκολη, αφού τα νοικοκυριά έχουν να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια και τον πληθωρισμό, αλλά η κυβέρνηση μπροστά σε αυτές τις προκλήσεις δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια. Προσπαθούμε να θωρακίσουμε τα νοικοκυριά με αύξηση των εισοδημάτων και με τη μείωση των βαρών και, παράλληλα, αναπτύσσουμε πολιτικές που έχουν ήδη ληφθεί ή προγραμματίζονται, όπως είναι η αύξηση των μισθών, η ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, οι επενδύσεις σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας και πολλά άλλα. Ο βασικός μας στόχος -όπως τον έχει περιγράψει πολλές φορές ο πρωθυπουργός- είναι όχι απλώς να δημιουργήσουμε περισσότερες δουλειές -που από το 2019 έχουμε δημιουργήσει πάνω από μισό εκατομμύριο νέες θέσεις εργασίας και έχουμε ρίξει την ανεργία σε επίπεδα ρεκόρ δηλαδή στο 8,3%-, αλλά καλύτερα αμειβόμενες και σταθερές δουλειές. Δεν θα κουραστώ να λέω πως όσο η οικονομία μας μεγεθύνεται, τόσο θα συνεχίσουμε να κάνουμε και άλλες παρεμβάσεις στήριξης των εισοδημάτων. Και για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα και στον δημόσιο, αλλά και για τους συνταξιούχους.
Η κυβέρνηση πανηγυρίζει πως πέτυχε ιστορικό χαμηλό στην ανεργία. Την ίδια στιγμή όμως, οι επαγγελματίες ζητούν μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Σχεδιάζετε κάποιο μέτρο ελάφρυνσης για αυτούς;
Η κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή είχε ως προτεραιότητα να μειώσει δραστικά το μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων, ώστε να μπορέσουμε να αυξήσουμε τους μισθούς των εργαζομένων, να ελαφρύνουμε τους επαγγελματίες και να ενισχύσουμε την απασχόληση. Από το 2019 προχωρήσαμε σε μείωση ασφαλιστικών εισφορών και ήδη βρισκόμαστε πια κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Μέχρι τώρα, από το 2019 ήδη τις μειώσαμε κατά 5,4 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ πρόσφατα προχωρήσαμε σε ειδική ρύθμιση για τις υπερωρίες, την υπερεργασία, τη νυχτερινή εργασία και την εργασία τις Κυριακές και στις αργίες. Για τις περιπτώσεις αυτές, οι ασφαλιστικές εισφορές θα υπολογίζονται βάσει του βασικού ωρομισθίου και όχι της προσαυξημένης αμοιβής. Όπως έχουμε ήδη δεσμευτεί, έως το 2027 θα έχουμε σωρευτική μείωση εισφορών κατά 5,9 μονάδες. Οπότε, πράγματι θα προχωρήσουμε και σε περαιτέρω μείωση.











